Μεταγενέθλειο |
… Ἡ ὣρα περασμένη μα ὂχι κ’ ἡ νύκτα το ξημέρωμα να ‘ρθεῖ να φέρει τό φῶς Δεν ξέρω τί εἶναι κάτι βράδια σαν τοῦτα που οἱ ὣρες περνάνε μα το σκοτάδι ἐκεῖ Εὐχόμουν να ἒχω το νοῦ διαυγή μα θαρρῶ πως τις νύκτες μου φεύγ’ ἡ ζωῆ Το μεγάλο ἀστεῖο εἶναι που σαν ‘ρθεῖ το ξημέρωμα μιαν ἂκρη να βρεῖ κοιμησμένη θα εἶμαι προ πολλοῦ Πόσα τέτοια βράδια ἓνας ἂνθρωπος μπορεῖ να παλεῦει μεσ’ στο σκοτάδι για την ἲδια του τη ζωῆ ; Θά ‘θελα νά ‘ξερα αν ἒχει βρεθεῖ κάποιο τέλος σ’ αὐτήν την ἂκαρπη μάχη που πολλοῦς ἒχει “ὣς μέλος” να πολεμοῦν μεταξύ τους για την … “πάτρια γῆ” Για να το πῶ πιό λιανά ἡ μάχη ἐτοῦτη, μέσα μου γίνεται και οἱ ἀντικρουόμενοι “ἀξιωματικοί” δεν εἶναι ἂλλοι παρά οἱ ἐσωτερικοί μου ὃλοι οἱ ἐαυτοί. Δεν μου εἶναι πια καθόλου εὒκολο να ζῶ ἀφοῦ φαίνεται ὃ,τι ἒχω καταντῆσει, της κοινωνίας “ἐρπετό” ! Ἂν μποροῦσα μια στιγμοῦλα να κρατῆσω την πορτοῦλα της ἐλπίδας ἀνοικτή τότε ἲσως κάτι βράδια (σαν κι αὐτό) που το σκοτάδι σαν τέρας βλοσυρό ἒρχεται τη μάχη ν’ ἀνάψει για να αὐτοσπαρακτῶ τότε, λέω, ἲσως το σκοτάδι ὂχι σαν τέρας, ἀλλά σαν φίλος καρδιακός να ‘ρχότανε ἀνάπαυση να δῶσει και στο προσκεφάλι ἀναμένωντας το ξημέρωμα, να προβοδῶσει Ὃλες οἱ “παραστάσεις” ἒχουν μιαν ἀρχή, μια πλοκή και ἓνα τέλος ἢ καλύτερα και ἓνα ἐπιμύθιο Στις δικές μου μέρες τί τέλος ἢ τί ἐπιμύθιο να δῶσω, ὃταν ἡ αὐλαῖα της νύκτας που πέφτει σαν σε ξεπούλημα, πουλάει την ψυχή μου ὃσο-ὃσο Θά ‘θελα νά ‘ξερα τί τέλος ταιριάζει, σ’ ἓναν ἂνθρωπο που σαν ἐμένα ἀπό ζωῆ λίγο-λίγο ἀδειάζει Ποια παράσταση ἒχω ἀκόμη να δίνω τί θά ‘χω να πῶ για τον κόσμο που ἀφῆνω ; … (Αὒγουστος 1995) |
Μέσα στον ἒρωτα ὑπάρχει (ἡ) ὑπό~σχεση, … μέσα στην ἀγάπη ὑπάρχει (ἡ) ἀ~λήθεια … ~ Noétis |